Σε 650 εκατ. ευρώ ανέρχονται περίπου οι συνολικές χορηγήσεις νέων στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων που δόθηκαν στη χώρα μας από το τραπεζικό σύστημα το 2014.
Ειδικότερα σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις τραπεζικών στελεχών που συγκέντρωσε η «Κ», στον τομέα της στεγαστικής πίστης δόθηκαν περίπου 250 εκατ. ευρώ νέα δάνεια, ενώ στον τομέα της καταναλωτικής πίστης δόθηκαν περίπου 400 εκατ. ευρώ. χωρίς να υπολογίζονται οι πιστωτικές κάρτες και οι υπεραναλήψεις από καταθετικούς λογαριασμούς.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τραπεζικών στελεχών και στις δύο περιπτώσεις, η αυξημένη ζήτηση που σημειώθηκε το 2014, σε σχέση με το 2013, ειδικά στο τρίμηνο Σεπτεμβρίου-Νοεμβρίου, ανακόπηκε τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς οι υποψήφιοι δανειολήπτες κρατούν στάση αναμονής.
Ποιες όμως είναι οι εκτιμήσεις για το 2015;
Για τον τομέα της στεγαστικής πίστης, οι εκτιμήσεις που έχουν διατυπωθεί για το 2015 κάνουν λόγο για 600 με 800 εκατ. ευρώ νέα δάνεια, όπως όμως επισημαίνουν αρμόδια τραπεζικά στελέχη, καθοριστική σημασία στο εάν τελικά θα επιβεβαιωθούν ή όχι οι εκτιμήσεις αυτές θα έχει η ζήτηση που θα παρατηρηθεί το πρώτο τετράμηνο του έτους. Στη στεγαστική πίστη η ζήτηση που παρατηρήθηκε το 2014 και εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί και το 2015, αφορά κυρίως χρηματοδοτήσεις 80.000 με 100.000 περίπου, δηλαδή για αγορά ακινήτων αξίας 100.000 με 150.000 ευρώ (καθώς η ιδία συμμετοχή των δανειοληπτών για την αγορά ακινήτου είναι πλέον απαραίτητη προϋπόθεση σε ένα ποσοστό 25% περίπου).
Στην καταναλωτική πίστη, οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις για το 2015 κάνουν λόγο για νέα δάνεια που θα μπορούσαν να φθάσουν και το ένα δισ. ευρώ. Στον τομέα αυτό δίνεται πλέον έμφαση στη διάθεση καταναλωτικών δανείων για συγκεκριμένο σκοπό, όπως για αγορά αυτοκινήτου, για κάλυψη αναγκών ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών, για πληρωμή διδάκτρων, στους εμπόρους για προεξόφληση των άτοκων δόσεων και ζητούνται παραστατικά που να αποδεικνύουν ότι το ποσό του δανείου θα χρησιμοποιηθεί για τον συγκεκριμένο σκοπό που ζητήθηκε το δάνειο. Η ζήτηση για καταναλωτικά δάνεια προέρχεται κυρίως από μισθωτούς στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μεταξύ 30 και 50 ετών, με στόχο να καλύψουν βασικές καθημερινές, αλλά και έκτακτες ανάγκες, λόγω της σημαντικής μείωσης των ετήσιων εισοδημάτων τους.