Τουλάχιστον 20 φόροι ακινήτων εξαρτώνται από τις αντικειμενικές αξίες, και ειδικότερα από την τιμή ζώνης κάθε περιοχής και λοιπούς συντελεστές. Aλλωστε, τα όρια πλειστηριασμού ακινήτων ή τα πρόστιμα ρύθμισης αυθαιρεσιών επίσης εξαρτώνται από την αντικειμενική αξία. Οι αντικειμενικές αξίες έχουν ξεχαστεί στο επίπεδο του 2007 και δεν αναμένεται να αναθεωρηθούν τουλάχιστον μέχρι το 2017, σύμφωνα με έκθεση της τρόικας. Συνεπώς, διαφαίνονται άλλα 3 χρόνια «φαγούρας» γι' αυτή την ουσιαστική αδικία. Τουναντίον, σε μια εποχή όπου οι τελικές συμφωνηθείσες πραγματικές τιμές ακινήτων καταλήγουν στο 50% των αντικειμενικών αξιών και όπου μόνο στην τελευταία εξαετία η μείωση των τιμών των ακινήτων έφτασε άνω του 40%-50% και των συναλλαγών κοντά στο 80%, τότε είναι απολύτως απαραίτητη και δίκαιη η μείωση των τιμών ζώνης ή των ξεχασμένων «ληστρικών» εμπορικών συντελεστών, άρα και των αντικειμενικών αξιών. Ετσι θα αποδείξει η κυβέρνηση ότι πραγματικά ενδιαφέρεται για μια δίκαια μεταρρύθμιση στη φορολογία ακινήτων, και όχι μόνο για την ετήσια είσπραξη 2,6 δισ., ενός ανέφικτου αντιαναπτυξιακού στόχου. Υπολογίζοντας μάλιστα μόνο τον ενιαίο φόρο, χωρίς να προστίθενται οι άλλες τουλάχιστον 20 «ακίνητες» επιβαρύνσεις, φόροι και τέλη, που εξαρτώνται από τις αντικειμενικές τιμές! Η κυβέρνηση οφείλει αμέσως να προβεί στην αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών, ώστε οι εκατομμύρια ιδιοκτήτες να φορολογηθούν δίκαια σε μια χαμηλότερη πραγματική βάση, και όχι άδικα σε μια πλασματικά υψηλότατη τεκμαρτή βάση. Για την ώρα, η καθολική εντύπωση είναι ξεκάθαρη και πλήρως αρνητική. Στόχος είναι ένας και μοναδικός, η είσπραξη δημοσίων εσόδων και η διατήρηση του πλεονάσματος του Προϋπολογισμού, τίποτε άλλο. Ομως αυτή η δημοσιονομική λογική είναι αντιαναπτυξιακή και μη βιώσιμη. Η επιβολή υψηλών, άδικων φόρων τελικά οδηγεί στην υφαρπαγή ακίνητων περιουσιών που δεν μπορούν να αξιοποιηθούν ούτε να μισθωθούν εδώ και πέντε χρόνια. Το ξεπούλημα, η φτωχοποίηση ή η φυλακή φαντάζουν πλέον πιθανές διαδρομές για αρκετούς ιδιοκτήτες. Η ανεκτική ελληνική κοινωνία των εκατομμυρίων μικρομεσαίων ιδιοκτητών και της διαχρονικής μακροπρόθεσμης επένδυσης στα ακίνητα δεν έχει τη δυνατότητα να αντεπεξέλθει στην πολιτική υπερφορολόγησης. Η επιλογή είναι μία, άμεση δημιουργία και εφαρμογή μιας δίκαιας και αναπτυξιακής φορολογικής πολιτικής για την ακίνητη περιουσία με πυρήνα μια δίκαιη βάση αντικειμενικών αξιών.
Σάββατο 26 Απριλίου 2014
Το έγκλημα.
Τουλάχιστον 20 φόροι ακινήτων εξαρτώνται από τις αντικειμενικές αξίες, και ειδικότερα από την τιμή ζώνης κάθε περιοχής και λοιπούς συντελεστές. Aλλωστε, τα όρια πλειστηριασμού ακινήτων ή τα πρόστιμα ρύθμισης αυθαιρεσιών επίσης εξαρτώνται από την αντικειμενική αξία. Οι αντικειμενικές αξίες έχουν ξεχαστεί στο επίπεδο του 2007 και δεν αναμένεται να αναθεωρηθούν τουλάχιστον μέχρι το 2017, σύμφωνα με έκθεση της τρόικας. Συνεπώς, διαφαίνονται άλλα 3 χρόνια «φαγούρας» γι' αυτή την ουσιαστική αδικία. Τουναντίον, σε μια εποχή όπου οι τελικές συμφωνηθείσες πραγματικές τιμές ακινήτων καταλήγουν στο 50% των αντικειμενικών αξιών και όπου μόνο στην τελευταία εξαετία η μείωση των τιμών των ακινήτων έφτασε άνω του 40%-50% και των συναλλαγών κοντά στο 80%, τότε είναι απολύτως απαραίτητη και δίκαιη η μείωση των τιμών ζώνης ή των ξεχασμένων «ληστρικών» εμπορικών συντελεστών, άρα και των αντικειμενικών αξιών. Ετσι θα αποδείξει η κυβέρνηση ότι πραγματικά ενδιαφέρεται για μια δίκαια μεταρρύθμιση στη φορολογία ακινήτων, και όχι μόνο για την ετήσια είσπραξη 2,6 δισ., ενός ανέφικτου αντιαναπτυξιακού στόχου. Υπολογίζοντας μάλιστα μόνο τον ενιαίο φόρο, χωρίς να προστίθενται οι άλλες τουλάχιστον 20 «ακίνητες» επιβαρύνσεις, φόροι και τέλη, που εξαρτώνται από τις αντικειμενικές τιμές! Η κυβέρνηση οφείλει αμέσως να προβεί στην αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών, ώστε οι εκατομμύρια ιδιοκτήτες να φορολογηθούν δίκαια σε μια χαμηλότερη πραγματική βάση, και όχι άδικα σε μια πλασματικά υψηλότατη τεκμαρτή βάση. Για την ώρα, η καθολική εντύπωση είναι ξεκάθαρη και πλήρως αρνητική. Στόχος είναι ένας και μοναδικός, η είσπραξη δημοσίων εσόδων και η διατήρηση του πλεονάσματος του Προϋπολογισμού, τίποτε άλλο. Ομως αυτή η δημοσιονομική λογική είναι αντιαναπτυξιακή και μη βιώσιμη. Η επιβολή υψηλών, άδικων φόρων τελικά οδηγεί στην υφαρπαγή ακίνητων περιουσιών που δεν μπορούν να αξιοποιηθούν ούτε να μισθωθούν εδώ και πέντε χρόνια. Το ξεπούλημα, η φτωχοποίηση ή η φυλακή φαντάζουν πλέον πιθανές διαδρομές για αρκετούς ιδιοκτήτες. Η ανεκτική ελληνική κοινωνία των εκατομμυρίων μικρομεσαίων ιδιοκτητών και της διαχρονικής μακροπρόθεσμης επένδυσης στα ακίνητα δεν έχει τη δυνατότητα να αντεπεξέλθει στην πολιτική υπερφορολόγησης. Η επιλογή είναι μία, άμεση δημιουργία και εφαρμογή μιας δίκαιας και αναπτυξιακής φορολογικής πολιτικής για την ακίνητη περιουσία με πυρήνα μια δίκαιη βάση αντικειμενικών αξιών.