Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου 2012

Πολλά λόγια, αλλά λίγα έργα για το πολύπαθο κέντρο.


«Ασπιρίνη» τα μέτρα ανακούφισης των εμπόρων, ενώ η υποβάθμιση εντείνεται.


Δύσκολα θα αντιστραφεί το λίαν αρνητικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί αναφορικά με την αγορά ακινήτων του κέντρου της πόλης, παρά τις κατά καιρούς δεσμεύσεις των ιθυνόντων για πολεοδομικές παρεμβάσεις και παροχή κινήτρων για τη μετεγκατάσταση κατοίκων και επιχειρήσεων σε συνοικίες της πόλης.

Πριν από ένα περίπου χρόνο είχαν ανακοινωθεί ανάλογες πρωτοβουλίες, με αφορμή την έξαρση της βίας στο κέντρο, ωστόσο εξ αυτών ελάχιστες υλοποιήθηκαν, με αποτέλεσμα χιλιάδες ακίνητα να απαξιώνονται, την ίδια στιγμή που το φορολογικό κόστος κατοχής τους αυξάνεται γεωμετρικά, μέσω του ειδικού τέλους ακινήτων, των νέων και ιδιαίτερα υψηλών τεκμηρίων διαβίωσης και της προστιθέμενης αύξησης των αντικειμενικών αξιών, που θα μεγιστοποιήσει τις επιβαρύνσεις αυτές.

Προ ολίγων ημερών και με αφορμή τα καταστροφικά γεγονότα με τις πυρκαγιές στο κέντρο της πόλης, αποφασίστηκαν δέκα δράσεις από τους ιθύνοντες. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνεται η αντιμετώπιση του προβλήματος της γραφειοκρατίας για την έκδοση οικοδομικών αδειών και αδειών επισκευής, με τη δημιουργία στην Πολεοδομία του Δήμου Αθηναίων, ειδικών κλιμακίων των υπουργείων Περιβάλλοντος και Πολιτισμού. Στόχος είναι η ταχεία αδειοδότηση επισκευής κατεστραμμένων κτιρίων με τη διαδικασία μίας στάσης (one stop shop). Στις φοροελαφρύνσεις περιλαμβάνονται, επίσης, η μείωση κατά 50% των ισχυόντων τελών κατάληψης πεζοδρομίων για σκαλωσιές, οικοδομικά υλικά, κτλ., κατά την εκτέλεση των εργασιών επισκευής στα συγκεκριμένα κτίρια. Επίσης, ο Δήμος Αθηναίων θα παρέχει απαλλαγή για περίοδο 12 μηνών από την υποχρέωση καταβολής των δημοτικών τελών, ενώ αποφασίστηκε και η μείωση κατά 50% των δημοτικών τελών που βαρύνουν όλα τα ακίνητα στις οδούς Πανεπιστημίου, Σταδίου και Εμμανουήλ Μπενάκη, στο τμήμα από Σταδίου έως Ακαδημίας, στην πλατεία Κοραή και στους δρόμους Αθηνάς (από το Μοναστηράκι ώς τη Βύσσης) και Ερμού, δηλαδή στο μεγαλύτερο τμήμα του πολύπαθου ιστορικού κέντρου.

Το ζητούμενο είναι αν τα παραπάνω μέτρα, σε συνδυασμό με τις αποζημιώσεις προς τις πληγείσες επιχειρήσεις, αλλά και τον στόχο για την άμεση ανάπλαση κι επισκευή των κοινόχρηστων χώρων με αναζήτηση χρηματοδότησης και από το Πράσινο Ταμείο, που διαχειρίζεται το ΥΠΕΚΑ (υπουργείο Περιβάλλοντος), θα είναι επαρκή, ώστε να διατηρήσουν τα καταστήματα που υπέστησαν ζημίες «εν ζωή», τη στιγμή που η κατανάλωση μειώνεται συνεχώς, απόρροια της πολιτικής οικονομικής λιτότητας και υψηλής φορολογίας που εφαρμόζεται τους τελευταίους μήνες.

Αυτό που είναι όμως εμφανές όλο και περισσότερο είναι η αδιαφορία της Πολιτείας απέναντι στην «γκετοποίηση» ενός μεγάλου μέρους των συνοικιών του κέντρου. Παρά τις κατά καιρούς δεσμεύσεις κι εξαγγελίες, στην πράξη δεν έχει αλλάξει τίποτα τα τελευταία χρόνια, παρά μόνο η επιδείνωση της κατάστασης. Οι συνεχείς διαδηλώσεις που έχουν ανατρέψει την ομαλή λειτουργία των επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με την «έκρηξη» της εγκληματικότητας, του παρεμπορίου και της παράνομης μετανάστευσης, έχουν περιθωριοποιήσει ολόκληρες γειτονιές, ωθώντας τους πολίτες στην αναζήτηση εναλλακτικών περιοχών για τη μετεγκατάστασή τους. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναζητούν εναγωνίως αγοραστές για την κατοικία τους στο κέντρο, δίχως να διστάζουν να μειώνουν τις απαιτήσεις ακόμα και κάτω από την αντικειμενική αξία, όπως διαπίστωσε και πρόσφατη έρευνα της Kapa Research. Ακόμα κι αυτό όμως δεν αρκεί, αφού η ζήτηση για απόκτηση κατοικίας στο κέντρο είναι απλώς ανύπαρκτη, όσο δελεαστική κι αν είναι η προσφερόμενη τιμή.

Παρ' όλα αυτά υπάρχουν και ορισμένα θετικά. Σύμφωνα με σχετική έρευνα του Economist Intelligence Unit (EIU), η Αθήνα κατατάσσεται στη 15η θέση επί συνόλου 33 πόλεων της Ευρώπης, με βάση τα πλεονεκτήματα που προσφέρει από πλευράς κατανάλωσης. Ο σχετικός δείκτης που επιμελείται το Economist χρησιμοποιεί 38 διαφορετικές παραμέτρους, που καλύπτουν πέντε βασικούς τομείς και συγκεκριμένα προτάσεις αγορών, το πόσο προσιτές είναι οι τιμές των προϊόντων, η ξενοδοχειακή υποδομή και οι μεταφορές, η άνεση και οι παρεχόμενες υπηρεσίες και, τέλος, ο πολιτισμός και το κλίμα. Με βάση τα παραπάνω, η Αθήνα κατόρθωσε να ξεχωρίσει στην κατηγορία της οικονομικά προσιτής πρωτεύουσας, λόγω των ανταγωνιστικών τιμών ορισμένων από τα ξενοδοχεία του κέντρου, ενώ παραμένει ψηλά στη λίστα που αφορά τον συνδυασμό τουρισμού, κατανάλωσης και ψυχαγωγίας, δείγμα ότι αν δεν υπήρχε η κρίση, θα μπορούσε να ξεχωρίσει ακόμα περισσότερο.

Στην πρώτη θέση του σχετικού δείκτη βρίσκεται το Λονδίνο, ενώ σε απόσταση αναπνοής στη δεύτερη θέση ισοβάθμησαν οι δύο ισπανικές πόλεις της Μαδρίτης και της Βαρκελώνης.
Πηγή www.kathimerini.gr