Σάββατο 25 Μαΐου 2013

Μόνιμο χαράτσι €3,5 δισ. στα ακίνητα.





Τουλάχιστον €3,2 δισ. καλείται τώρα να εξασφαλίσει σε ετήσια βάση η επιτροπή του υπουργείου Οικονομικών που εξετάζει την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών τιμών. Η άσκηση που πρέπει να λυθεί μέχρι τις αρχές Ιουλίου θα οδηγήσει και την οριστική αντικατάσταση του χαρατσιού από τον ενιαίο φόρο ακινήτων.

Στη βάση αυτή έχει ανοίξει η όρεξη της αποκομιδής εσόδων από τη φορολόγηση των αγροτεμαχίων. Μάλιστα ενώ το υπουργείο σχεδίαζε αρχικά να εξασφαλίσει περί τα €600 εκατ., σήμερα το ποσό αυτό έχει σκαρφαλώσει στα €800 εκατ. Και κάποιοι θεωρούν ότι το νούμερο αυτό είναι ανοικτό.

Και εδώ το ζήτημα είναι διπλό. Το πρώτο αφορά τη φορολόγηση της γεωργικής γης και το δεύτερο τη φορολόγηση της περιουσίας που δεν παράγει εισόδημα, αλλά εν δυνάμει μπορεί να αναπτυχθεί.

Στην πρώτη περίπτωση ακούγεται φυσικό να καταβληθεί ένας λογικός φόρος ανάλογα με τη στρεμματική απόδοση, που όμως θα είναι ανεκτός από τον παραγωγό, ο οποίος για την καλλιέργεια του -τις περισσότερες φορές- επιδοτείται.

Στις ακραίες προτάσεις για την υιοθέτηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου, έχει πέσει στο τραπέζι και η πρόταση της μη φορολόγησης του αγροτικού εισοδήματος για την ανατροπή των δημογραφικών συγκεντρώσεων ανά την Επικράτεια.

Σε ότι αφορά τους μικρούς κλήρους, οι οποίοι αφενός μεν δεν αποδίδουν, θεωρούνται όμως εύκολη λεία για μαζικά έσοδα, εκπρόσωποι της επιχειρηματικής κοινότητας έχουν προτείνει την επιβολή φόρου υπεραξίας, από τη στιγμή που το ακίνητο αδειοδοτηθεί για χρήση η οποία εν δυνάμει μπορεί να δημιουργήσει έσοδα.

Στον έφορο ξανά...

Ένα τελευταίο ζήτημα που συζητούν οι αρμόδιες επιτροπές αφορά και τον προσδιορισμό του φόρου βάσει της αντικειμενικής αξίας, που έχει κατοχυρωθεί μέσα από δαιδαλώδεις διατάξεις και νομοθετήματα, παράλληλα με τη ρυθμιστική δυνατότητα προσφυγής σε διαπραγμάτευση, όταν η απόκλιση μεταξύ αντικειμενικής και εμπορικής τιμής μπορεί να τεκμηριωθεί.

Στα ζητούμενα της συνολικής ρύθμισης καθοριστικό παράγοντα θα παίξουν προτάσεις που θα οδηγούν στην αύξηση των πράξεων, ως πρώτο βήμα για την ανάκαμψη της αγοράς.