«Μια τεράστια υπεραξία της χώρας μας είναι το φυσικό της κάλος και το περιβάλλον της» επισήμανε ο πρόεδρος της Αντιπροσωπείας ΤΕΕ Γιάννης Κυριακόπουλος ασκώντας παρέμβαση εκ μέρους του ΤΕΕ στην Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, στη συζήτηση επί του νομοσχεδίου του ΥΠΕΚΑ για τα δάση και τους οικοδομικούς συνεταιρισμούς.
Οι βασικές ρυθμίσεις του νέου νομοσχεδίου πάσχουν συνταγματικά είναι ατελέσφορες και θνησιγενείς είπε ο ίδιος, ενώ παράλληλα κατήγγειλε «φωτογραφικές διατάξεις». Δεν μπορεί να προωθηθούν ουσιαστικές παρεμβάσεις, χωρίς να ολοκληρωθούν τα θεσμοθετημένα εργαλεία, που είναι το δασολόγιο και το κτηματολόγιο και παράλληλα η δορυφορική αποτύπωση του χώρου, με συστηματική παρακολούθηση δύο φορές το χρόνο, όπως ήδη έχει προβλεφθεί στο νόμο 4178, ότι εντός 6μήνου από τη ψήφιση του θα υπήρχε η ανάρτηση των αεροφωτογραφιών στο ηλεκτρονικό σύστημα που διαχειρίζεται ΤΕΕ, για το εντοπισμό των αυθαιρέτων. Πράγμα που βεβαίως δεν έχει γίνει.
Ο εκπρόσωπος του ΤΕΕ περιέγραψε το αδιέξοδο των νέων ρυθμίσεων θέτοντας ερωτήματα όπως: Ποιος επενδυτής, χωρίς να έχει ασφάλεια δικαίου θα επενδύσει όταν δεν έχει δασολόγιο, μέσα σε δάση; Ποιός επενδυτής, όταν το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου δεν έχει λάβει καθόλου υπόψη του, και δεν έχει καταγράψει τις αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας από το 1979 και εντεύθεν, θα διακινδυνεύσει έστω και ένα ευρώ για να επενδύσει μέσα σε δάσος είτε σε δασικούς οικισμούς;
Χωρίς δασολόγιο και κτηματολόγιο, ποιό θέμα οικοδομικού συνεταιρισμού, που αφορά τόσο την παραμονή και έγκριση πολεοδομικής μελέτης μέσα σε δασική περιοχή, όσο και την μεταφορά οικοδομικού συνεταιρισμού, με ανταλλαγή γης σε κατάλληλη και καθαρή έκταση μπορεί να επιλυθεί χωρίς να είναι θνησιγενής η αντιμετώπιση του;
Παράλληλα επισήμανε δικαστικές εμπλοκές στο μέλλον, διότι οι πολίτες που θα λάβουν ειδικά μερίδια εάν υπάρχει στην ιδιοκτησία αρχικός ιδιοκτήτης θα πρέπει μέσω δικαστηρίων να διεκδικήσουν τη νέα τους ιδιοκτησία. Χαρακτήρισε ευάλωτες και θνησιγενείς και τις ρυθμίσεις που αφορούν στην ανάπτυξη πολεοδομήσεων σε εγκαταλελειμμένους και μικρούς οικισμούς, θέτοντας θέματα σχετικά με την εδαφική έκταση, το ιδιοκτησιακό καθεστώς και την γεωγραφική θέση αυτών των οικισμών, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Στην Ελληνική Επικράτεια, είναι καταγεγραμμένοι γύρω στους 12.500 οικισμούς. Έχει κάνει κάποια προμελέτη ή κάποιον πίνακα το Υπουργείο, που να έχει δώσει μια προτεραιότητα στο ποιοι θα είναι αυτοί οι οικισμοί, που θα προτιμηθούν για την βιώσιμη ανάπτυξη όπως χαρακτηριστικά λέει; Ποιοι είναι οι συνεταιρισμοί, που θα φύγουν από τα όρια της Περιφέρειας Αττικής και Θεσσαλονίκης, για να πάνε σε άλλα μέρη της Επικράτειας; Τι αυτό συνεπάγεται για τους μεριδιούχους; Και κατά πόσον θα νοιώσουν ευτυχείς με αυτές τις ανταλλαγές;"
Ο εκπρόσωπος του ΤΕΕ, μιλώντας στην Επιτροπή της Βουλής τεκμηρίωσε ότι έναντι της ισχύουσας διάταξης για τουριστικές επενδύσεις εκτός σχεδίου ανώτατου ορίου επιφανείας 4000 τετραγωνικών μέτρων, με πρόβλεψη για όποιον θελήσει να δομήσει ακόμη μεγαλύτερη επιφάνεια, να διαθέσει ανταποδοτικά έκταση στο δημόσιο, το νέο νομοσχέδιο δίνοντας συντελεστή 0,5 στο 10% της πολεοδομούμενης έκτασης οδηγεί σε εκρηκτική δόμηση.
Ανέφερε ως παράδειγμα ότι σε έκταση 5000 στρεμμάτων, που το 10% της πολεοδομούμενης έκτασης αναλογεί σε 500 στρέμματα, με συντελεστή δόμησης 0,5 δομούνται 250.000 τετραγωνικά μέτρα. Και μάλιστα η πρόβλεψη δεν ολοκληρώνεται αλλά κλιμακώνεται. Ο Γ. Κυριακόπουλος αναφέρθηκε επίσης στη συνέχιση λειτουργίας λατομείων σε περίπτωση, που υπάρχει λόγος δημοσίου συμφέροντος, με παράλληλη πρόβλεψη αποκατάστασης του δάσους. Προστίθεται ωστόσο ότι αν η δασική υπηρεσία κρίνει ότι αυτό είναι ασύμφορο τότε δεν υπάρχει υποχρέωση να αποκατασταθεί το δάσος που έχει «πληγωθεί» αλλά να πάει ο ενδιαφερόμενος σε κάποια άλλη περιοχή που τον βολεύει για να αποκατάστήσει πενταπλάσια έκταση. Και αν πάλι δεν μπορεί τότε να πληρώσει σε χρήμα.
Ο Γ. Κυριακόπουλος εξήγησε στη Βουλή ότι αυτές οι ρυθμίσεις καθιερώνονται μέσα από ένα πλέγμα παραπομπών σε διατάξεις παραγράφους και υποπαραγράφους του ίδιου του νομοσχεδίου και άλλων νόμων, ώστε να μην γίνονται εύκολα αντιληπτές, θέτοντας για άλλη μια φορά τον πάγιο αίτημα του ΤΕΕ για κωδικοποίηση της νομοθεσίας.