Αν και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με βεβαιότητα την επόμενη ημέρα στην αγορά κατοικίας τα εμπλεκόμενα μέρη - ιδιοκτήτες, κατασκευαστές, τραπεζίτες- καλούνται λίγο, πολύ να πάρουν τα πράγματα από την αρχή.
Θα πρέπει, δηλαδή, να βρεθούν τρόποι ώστε να ταιριάζει η προσφορά με τη ζήτηση ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να αναζητηθούν νέα χρηματοδοτικά εργαλεία. Θα πρέπει, επίσης, να αναγνωριστεί ότι το όνειρο για μια μεγάλη και ευρύχωρη κατοικία που κυριάρχησε την περίοδο της ανάπτυξης τείνει να γίνει... εφιάλτης.
Το μέγεθος μετράει!
Η επιφάνεια του σπιτιού αποτέλεσε τα τελευταία χρόνια ένα ραγδαία αυξανόμενο μέγεθος τόσο στην Ελληνική όσο και στη διεθνή πραγματικότητα. Υπολογίζεται ότι στις ΗΠΑ τα τελευταία εξήντα χρόνια ο μέσος όρος των τμ. που χρησιμοποιούσε μια οικογένειας διπλασιάστηκε, την ίδια στιγμή που ο αριθμός των ενοίκων έχει μειωθεί κατά 25%.
Αντίστοιχη, είναι και η κατάσταση στην Ελλάδα αν ληφθούν υπόψη τα δεδομένα για την κατασκευή νέων κατοικιών που ως ένα βαθμό ανταποκρίνονται στη ζήτηση. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ο αριθμός των μεγάλων κατοικιών με πέντε ή παραπάνω δωμάτια αυξάνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια. Το ποσοστό των εν λόγω κατοικιών σε σχέση με το σύνολο της παραγωγής ήταν 9% το 2006 για να καταλήξει στο 13,4% το 2009, ενώ το μεγαλύτερο κομμάτι (κατά μέσο όρο 30%) των νέων κατοικιών έχει τρία δωμάτια.
Οι προσδοκίες για ένα μεγαλύτερο σπίτι βεβαίως παρασέρνουν προς τα πάνω και το κόστος ζωής με τις αυξημένες ανάγκες για να καταστεί λειτουργικό. Και αυτό αφορά όλους τους τομείς από τους πιο καθημερινούς έως τους πιο ειδικούς. Από τη συντήρηση και το καθαρισμό του κτηρίου, έως την θέρμανση και τη ψύξη του, τους λογαριασμούς του ρεύματος και του νερού και μέχρι την φορολόγηση του.
Η στροφή του αγοραστικού ενδιαφέροντος στις μικρότερες κατοικίες φαίνεται και από τα στοιχεία για τις συναλλαγές και τη διαμόρφωση των τιμών. Βάσει των στοιχείων για τις μεταβιβάσεις ακινήτων που έχουν συγκεντρώσει οι συμβολαιογράφοι το ποσοστό μείωσης των αγοραπωλησιών για μεγάλα και ακριβά ακίνητα άνω των 100 τμ. ξεπερνά το 70% τη περίοδο 2009-2001, ενώ πιο περιορισμένη είναι η μείωση για μικρότερα ακίνητα επιφάνειας 60-80 τμ.
Αλλάζουν στάση και οι τράπεζες
Οι συνολικές υποχρεώσεις των νοικοκυριών για στεγαστικά δάνεια ανέρχεται σήμερα στα €77 δισ. με εκείνα που δεν εξυπηρετούνται (κόκκινα) να φτάνουν στα €14 εκατ. Μάλιστα, τους τελευταίους μήνες, τα καθυστερούμενα δάνεια αυξάνονται με ρυθμό περίπου €2 δισ. το μήνα, γεγονός που έχει τρομοκρατήσει τις διοικήσεις των τραπεζών και έχει οδηγήσει τις τράπεζες να αλλάξουν και αυτές τη στάση τους και να προχωρήσουν σε μαζικές ρυθμίσεις δανείων.
Εξάλλου, περισσότεροι από 20.000 πολίτες που έχουν πάρει δάνειο από τις τράπεζες αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους και ζητούν «κούρεμα» και ρύθμιση των δόσεων. Ανοδικά κινούνται και οι καθυστερήσεις στις πληρωμές των στεγαστικών δανείων. Μέχρι πριν από δύο χρόνια τα ποσοστά καθυστέρησης της κατηγορίας ήταν στο 4% και σήμερα βρίσκονται στο 18% με αυξητική τάση.
Υπολογίζεται ότι 800.000 δάνεια έχουν ρυθμιστεί την τελευταία διετία (επιμήκυνση διάρκειας, συγκέντρωση πολλών σε ένα δάνειο κ.λπ.), στη συντριπτική πλειονότητά τους στεγαστικά, προκειμένου να μειωθούν οι δόσεις και οι δανειολήπτες να είναι σε θέση να τις εξοφλούν κανονικά.
Οι ρυθμίσεις αφορούν είτε την επιμήκυνση της διάρκειας του δανείου, ή την καταβολή μόνο των τόκων του δανείου για μία συγκεκριμένη περίοδο, για παράδειγμα για μία διετία. Σπανίως οι τράπεζες προβαίνουν σε συνδυασμό των δύο ρυθμίσεων και ακόμη σπανιότερα, κάνουν αναστολή πληρωμής δόσης για κάποιο διάστημα.
www.erd.gr