Ηρακλής Ρούπας
Οικονομολόγος
Η αγορά κατοικίας δεν τονώνεται με τη μαζική συγκέντρωση σε τιμή ευκαιρίας ακινήτων. Τονώνεται με ουσιαστικά μέτρα αναγνώρισης ότι ο Ελληνας διαχρονικά θεωρεί το ακίνητο ως αποκούμπι για τις "δύσκολες" μέρες.Η κατάρρευση της οικοδομής αλλά και γενικότερα (της κατασκευαστικής δραστηριότητας έχουν δημιουργήσει σημαντικές αρνητικές προεκτάσεις στον τομέα αυτό της οικονομίας και όχι μόνον. Στα πλαίσια των προσπαθειών "επανεκκίνησης", προκειμένου να αντιμετωπισθούν τα προβλήματα στην "πραγματική" τους διάσταση, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να αναγνωρισθεί ως επιπρόσθετο αίτιο της στασιμότητας η δυσαρμονία δηλώσεων και προθέσεων - σχετικά με την εξέλιξη της κρίσης - των διαφόρων φορέων του κλάδου των κατασκευών. Δυστυχώς, ελάχιστοι έχουν αποδεχθεί την πραγματική αρνητική δυναμική της κρίσης αλλά και κατ' επέκταση την ανάγκη συμβιβασμών προκειμένου να επιτευχθούν οι αναγκαίες ισορροπίες ανάταξης και ανασύνταξης. Ως εμπλεκόμενοι δε δεν προσδιορίζονται μόνον οι κατασκευαστές και κατασκευαστικές, αλλά οι τράπεζες και οι δανειολήπτες.
Η αγωνία όμως των μεσιτών και κατασκευαστών που προσπαθούν να πείσουν ότι τώρα είναι η καλύτερη στιγμή για επενδύσεις σε ακίνητα, καθώς και η προσπάθεια αποκατάστασης της στρεβλότητας στη χρηματοδότηση των δημοσίων έργων, δεν θα πρέπει να οδηγούν στην ισοπεδωτική προσέγγιση των τεράστιων αρνητικών κοινωνικών προεκτάσεων από τη μέχρι σήμερα έλλειψη σοβαρής και ουσιαστικής αντιμετώπισης του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων των νοικοκυριών.
Ο νόμος Κατσέλη, ενώ ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση, έχει σοβαρά κενά ως προς τη διαδικασία υπερίσχυσης των ελαστικότερων κριτηρίων του σε νομικές διεκδικήσεις τραπεζών. Καθώς δε καμία από τις τελευταίες κυβερνήσεις δεν ήταν σε θέση να επιβάλει πεδίο ουσιαστικής "νομικής προστασίας" για τους ασθενέστερους οικονομικά δανειολήπτες πρώτης κατοικίας, γίνεται αντιληπτό πως η αναζήτηση λύσεων για τη δικαιότερη αφομοίωση των νέων μέτρων δεν πρέπει να χαρακτηρισθεί για ακόμη μία φορά ως τραπεζοκεντρική.
Η εξεύρεση διεξόδων υποστήριξης για το πρόβλημα αυτό - παρά τα περί του αντιθέτου διαδιδόμενα - δεν αναμένεται να επιβαρύνει σημαντικά το κεφαλαιακό κενό των τραπεζών εν όψει αναχρηματοδότησης. Αντί λοιπόν να επιδιώκεται ως αντιστάθμισμα των νέων μέτρων - έστω και σιωπηρά, "συμφωνία αποχής" από τράπεζες στη διεκδίκηση αποπληρωμής αυτής της κατηγορίας δανείων, προκύπτει ακριβώς το αντίθετο. Η τιτλοποίηση στεγαστικών δανείων - σύμφωνα με δημοσιεύματα - από το Παρακαταθηκών και Δανείων αποτελεί το ποιο τρανταχτό παράδειγμα ανακολουθίας μεταξύ λόγων των κυβερνήσεων και πράξεων από φορείς που ελέγχονται από το κράτος. Ακόμη δε και μόνον η νύξη για τη μελλοντική κατάργηση της έκπτωσης των τόκων από τη χορήγηση στεγαστικού δανείου για πρώτη κατοικία δείχνει τη διαχρονική ασυνέπεια των κυβερνήσεων προς του πολίτες.
Ενώ δε κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με την "τρόικα" συζητείτο επιμήκυνση των δανείων πρώτης κατοικίας για περίοδο έως τριάντα έτη, φαίνεται ότι αποσύρεται η πρόταση αυτή με το αιτιολογικό ότι θα επιβαρύνει το μέτρο αυτό τα κονδύλια αναχρηματοδότησης. Αν δε συνεκτιμήσουμε το γεγονός ότι συζητείται η επίσπευση των πλειστηριασμών με την αστεία αιτιολογία ότι θα τονωθεί η αγορά κατοικιας, γίνεται αντιληπτό ότι υπάρχει πιθανώς μία "διαφορετική" στόχευση: Η δυνατότητα πιθανής άμεσης αλλά κεκαλυμμένης τιτλοποίησης και πώλησης στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες. Μία πρακτική εξαιρετικά διαδεδομένη στο εξωτερικό, καθώς τα λεγόμενα "αρπακτικά (vulture) funds" παρέχοντας ρευστότητα μέσω την αγοράς των δανείων σε μειωμένη αποτίμηση, έμμεσα αποκομίζουν όχι μόνον τις όποιες δανειακές αποδόσεις, αλλά και την πιθανότητα απόκτησης συγκεντρωτικά σημαντικής ακίνητης περιουσίας με σοβαρή έκπτωση. Διαδικασία που διευκολύνεται μέσω της απελευθέρωσης των πλειστηριασμών.
Δυστυχώς, αυτή η ωμή πραγματικότητα δεν αντιπροσωπεύει παρά ακόμη μία αλήθεια. Ακόμη μία πιθανή διάψευση των προσδοκιών οικογενειαρχών που πίστεψαν στις διακηρύξεις των κυβερνήσεών τους. Ακόμη μία εν δυνάμει μεθόδευση προς όφελος της "ομαλής" λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος, με βάσει ένα διαχρονικό κώδικα "ανακολουθίας" διακηρύξεων και πράξεων.
Ας μην μας διαφεύγει όμως το γεγονός, ότι η αγορά κατοικίας δεν τονώνεται με τη μαζική συγκέντρωση σε τιμή ευκαιρίας ακινήτων. Τονώνεται με ουσιαστικά μέτρα αναγνώρισης ότι ο Ελληνας διαχρονικά θεωρεί το ακίνητο ως αποκούμπι για τις "δύσκολες" ημέρες. Μπορεί η προσέγγιση αυτή να μην είχε δημιουργήσει μία κινητική αγορά κατά το παρελθόν. Είχε όμως θέσει τις βάσεις για μία άκρως συντηρητική αγορά.
Ισως είναι καιρός λοιπόν οι φορείς που διάβρωσαν αυτή την αγοραστική συμπεριφορά προωθώντας ελαστικά χρηματοδοτικά πλαίσια, να ανατρέξουν σε μία συντηρητική για τον κοινωνικό ιστό προσέγγιση αποκατάστασης της ισορροπίας.