Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2012

Συμφέρουν τα επαγγελματικά;


Σε πλήρη αναδιάρθρωση έχει εισέλθει ο κλάδος των επαγγελματικών ακινήτων της χώρας (γραφεία, καταστήματα, βιομηχανικά κτίρια και επαγγελματικοί χώροι), καθώς η οικονομική κρίση έχει επιταχύνει τη διαδικασία που ξεκίνησε ήδη από το 2007 στην αγορά. Τα βασικά χαρακτηριστικά της αναδιοργάνωσης αυτής είναι η έξοδος ορισμένων αγορών γραφείων από τον χάρτη (π.χ. εθνική οδός), καθώς η ανάπτυξή τους τα προηγούμενα χρόνια είχε βασιστεί σε προσδοκίες που δεν επαληθεύθηκαν. Ταυτόχρονα, όπως επισήμανε εντός της εβδομάδας η Τράπεζα της Ελλάδος, οι σημαντικότερες πιέσεις για επαναδιαπραγμάτευση και μείωση των ενοικίων καταγράφονται σε συνοικιακά εμπορικά ακίνητα, αποθηκευτικούς χώρους και μη ανταγωνιστικά κτίρια γραφείων.
Η κάμψη του κλάδου των επαγγελματικών ακινήτων ήταν εμφανής καθ’ όλη τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του έτους, ενώ από την αρχή της κρίσης και μέχρι σήμερα, η ζήτηση επαγγελματικών ακινήτων βαίνει φθίνουσα διότι οι επιχειρήσεις στρέφονται σε φθηνότερη επαγγελματική στέγη. Ταυτόχρονα καταγράφεται υπερβάλλουσα προσφορά με αύξηση των κενών εμπορικών καταστημάτων, αλλά και γραφείων, όπως επίσης και πτωτική τάση των τιμών. Επιπλέον, η περιορισμένη χρηματοδότηση, σε συνδυασμό με τη γενικότερη αβεβαιότητα στο οικονομικό περιβάλλον, συντηρούν τη σχετική επιφυλακτικότητα ως προς την ανάπτυξη νέων επενδυτικών σχεδίων. Οπως αναφέρεται , «η υποχώρηση των ενοικίων και η κυρίαρχη τάση της επαναδιαπραγμάτευσης των μισθωτηρίων συμβολαίων των επαγγελματικών ακινήτων έχουν συμβάλει και στη μείωση των ενοικίων που καταβάλλει το Δημόσιο για τη στέγαση των υπηρεσιών του. Οπως προκύπτει από τα στοιχεία του υπ. Οικονομικών, η συνολική δαπάνη του 2011 διαμορφώθηκε σε 155,8 εκατ. ευρώ, που αφορούσε 2.639 συμβάσεις ενοικίασης, ποσό μειωμένο κατά σχεδόν 13% έναντι του 2009. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το 2010, το αντίστοιχο ποσό ήταν 8,2% υψηλότερο, καθώς ανερχόταν σε 169,7 εκατ. ευρώ, ενώ το 2009 είχε αγγίξει τα 178 εκατ. ευρώ. Μάλιστα φέτος, αλλά και τα επόμενα χρόνια, το ποσό θα μειωθεί ακόμα περισσότερο, καθώς με βάση σχετικό νόμο που τέθηκε σε εφαρμογή στις αρχές Οκτωβρίου, τα ενοίκια των ακινήτων που μισθώνουν φορείς του Δημοσίου θα μειωθούν από 10% (για ακίνητα με ενοίκιο έως 1.000 ευρώ) έως και 25% για ακίνητα με μηνιαίο ενοίκιο άνω των 3.000 ευρώ. Προβλέπονται επίσης δύο ακόμα κλίμακες με μειώσεις 15% και 20% αντίστοιχα για μηνιαία ενοίκια από 1.000 - 2.000 ευρώ και από 2.000 - 3.000 ευρώ.
Πέραν της κρίσης, πάντως, η αγορά των επαγγελματικών ακινήτων έχει επηρεαστεί αρνητικά και από την αστάθεια του φορολογικού πλαισίου, η οποία αποτελεί τροχοπέδη για την κατάρτιση μακροπρόθεσμων χρηματοοικονομικών μοντέλων αξιολόγησης των επενδύσεων για την ανάπτυξη ακινήτων. Παράλληλα, «η υπέρμετρη φορολόγηση οδηγεί στη συρρίκνωση των υφιστάμενων και προσδοκώμενων επιχειρηματικών αποδόσεων, σε επίπεδα, συχνά, μη βιώσιμα. Επισημαίνεται ότι η φορολογία επί των μεταβιβάσεων και των γονικών παροχών στην Ελλάδα βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε., ενώ εκτιμάται ότι η μείωσή της θα αύξανε την πολύ χαμηλή συχνότητα των συναλλαγών στην εγχώρια αγορά ακινήτων. Επιπλέον, η γραφειοκρατία που χαρακτηρίζει την ελληνική κτηματαγορά (έκδοση αδειών κ.λπ.), ο μεγάλος αριθμός υποχρεωτικών από τον νόμο διαδικασιών και επιβαρύνσεων (παράσταση δικηγόρων, αμοιβές συμβολαιογράφων, πιστοποιητικό μηχανικού, ενεργειακό πιστοποιητικό κ.λπ.), σε συνδυασμό με την ασάφεια των πολεοδομικών κανονισμών και τις πολλαπλές παραβάσεις του, την έλλειψη ενός σαφούς πλαισίου χωροταξικού σχεδιασμού και χρήσεων γης, αποτελούν ορισμένους ακόμη παράγοντες που αποθαρρύνουν τη ζήτηση και συχνά αποτρέπουν την ολοκλήρωση επενδυτικών συμφωνιών με ενδιαφερόμενους επενδυτές από το εξωτερικό», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση της ΤτΕ.