Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Ο φορολογικός παραλογισμός με τα ακίνητα.


Πολλές φορές έχω γράψει για το φορολογικό παραλογισμό που συνεχώς χειροτερεύει και προκάλεσε -μεταξύ άλλων επίσης σοβαρών αιτιών- δραματική μείωση του εθνικού εισοδήματος και ανεργία.

Παρά ταύτα επιβάλλονται νέα μέτρα τα οποία πέρα από κάθε λογική, αγνοώντας την κατάσταση αδυναμίας πληρωμής της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών θα οδηγήσουν σε ακόμη μεγαλύτερη ύφεση, άρα σε περαιτέρω μείωση των εσόδων και, το κυριότερο, σε τεράστιες κοινωνικές εντάσεις.

Πάρτε για παράδειγμα τα ακίνητα, χωρίς να εξετάζετε η τρέχουσα φοροδοτική ικανότητα του πολίτη καθώς και το ότι όταν απέκτησε αυτός ένα ακίνητο, πλήρωσε -ανάλογα με την αιτία της κτήσεως- φόρο μεταβίβασης ή φόρο κληρονομίας, το κάθε ακίνητο βαρύνεται με τους εξής φόρους:

1) Φόρο ακίνητης περιουσίας, 2) Δημοτικό φόρο, 3) Δημοτικά τέλη, 4) Τέλος Ακίνητης Περιουσίας, 5) έκτακτο ειδικό τέλος ηλεκτροδοτημένων δομημένων επιφανειών (χαράτσι), 6) συμπληρωματικό φόρο εισοδήματος από οικοδομές, 7) Φόρο επί του τεκμαρτού εισοδήματος ιδιοκτησίας, 8) προκαταβολή για το επόμενο έτος, 9) Τέλος Χαρτοσήμου και 10) εισφορά ΟΓΑ στο χαρτόσημο επί του εισοδήματος από οικοδομές.

Με τα νέα μέτρα επεβλήθη και φόρος υπεραξίας για τα πωλούμενα ακίνητα που πρόκειται να αποκτηθούν μετά την 1/1/2013 ενώ εξακολουθεί να ισχύει και ο φόρος μεταβίβασης.

Έχουμε λοιπόν και λέμε, πρώτον, τα περισσότερα ακίνητα σήμερα είτε αποφέρουν μειωμένο εισόδημα σε σχέση με το παρελθόν είτε δεν αποφέρουν καθόλου εισόδημα.

Δεύτερον, οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, βάσει των οποίων θα υπολογισθεί ο κάθε είδους φόρος υπολείπονται των πραγματικών αξιών και στις περισσότερες περιπτώσεις είναι υπερβολικά υψηλές.

Έτσι οι ιδιοκτήτες ακινήτων καλούνται να πληρώσουν φόρους που δεν αντιστοιχούν σε υπαρκτή φορολογητέα ύλη. Βεβαίως, ουδείς λόγος για μείωση των αντικειμενικών αξιών. Αλλά η διατήρηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων στα επίπεδα του 2009 στην πραγματικότητα συνιστά άλλη μια έμμεση και άδικη αύξηση της φορολογίας.
Το χειρότερο τόσο οι παλιοί όσο και οι νέοι φόροι δεν λαμβάνουν υπ΄όψιν τη φοροδοτική ικανότητα των πολιτών.
Έτσι και στην περίπτωση των ακινήτων θα συμβεί ότι συμβαίνει πάντοτε με την υψηλή φορολογία, η κυβέρνηση που πίστεψε ότι επιβάλλοντας φόρους θα αυξήσει τα έσοδά της, στο τέλος δεν θα εισπράξει τα ποσά που προσδοκά αλλά πολύ πιο λίγα.

Δεν θα τα καταφέρει πρώτα και κύρια λόγω της αντικειμενικής αδυναμίας των περισσότερων ιδιοκτητών ακινήτων. Μια τετραμελής λ.χ. οικογένεια με μηνιαίο εισόδημα 2.500 έως 3.000 € που διαθέτει ακίνητη περιουσία θα αντιμετωπίσει εξαιτίας της συνολικής φορολογικής λαίλαπας πρόβλημα επιβίωσης, είναι αδύνατον δε να πληρώσει όλους τους παραπάνω φόρους ακινήτων καθώς και εκείνους των προηγουμένων ετών (2010 -2012). Εξαιτίας δε της ανυπαρξίας συναλλαγών στην αγορά ακινήτων (λόγω της υφέσεως και της δυσβάστακτης φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας) οι ιδιοκτήτες ακινήτων βρίσκονται σε αδιέξοδο, δεν μπορούν να πωλήσουν τα ακίνητά τους έστω και με μειωμένο τίμημα για να αποφύγουν τη φορολογική μέγγενη.

Η άφρων αυτή φορολογική πολιτική της κυβέρνησης θα είναι μπούμερανγκ για την ίδια αφού θα έχει πολύ αρνητικές επιπτώσεις και στην προσπάθεια του δημοσίου να αναζητήσει αγοραστές για την ακίνητη περιουσία του, δεδομένου ότι όσο πιο υψηλούς φόρους επιβάλλει η κυβέρνηση τόσο περιορίζεται ο κύκλος των δυνητικών αγοραστών των δημοσίων ακινήτων και τόσο λιγότερα έσοδα αναμένεται τελικώς να εισπράξει.

Από το blog του Τ. Αβραντίνη.
Πηγή:www.capital.gr