Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2011
Οι καταλήψεις «πάγωσαν» την αγορά φοιτητικής κατοικίας.
Το ενδεχόμενο απώλειας του 6μήνου οδηγεί φοιτητές σε στάση αναμονής.
Ούτε η υψηλή εποχική ζήτηση για την ενοικίαση κατοικιών από φοιτητές μοιάζει ικανή να δώσει ώθηση στην αγορά κατοικίας, καθώς τα σοβαρά προβλήματα που έχουν προκύψει από τις καταλήψεις σε πολλές σχολές, με κίνδυνο ακόμα και την απώλεια εξαμήνων, έχουν οδηγήσει τους ενδιαφερομένους στην υιοθέτηση στάσης αναμονής και στην παράταση της διαδικασίας επιλογής κατοικίας. Eτσι, δεν σημειώθηκε φέτος το φαινόμενο της ταυτόχρονης εκδήλωσης ενδιαφέροντος από δεκάδες χιλιάδες φοιτητές, με αποτέλεσμα να μην επικρατήσει ο συνήθης πανικός, που προσφέρει την ευκαιρία στους επιτήδειους να επωφεληθούν της κατάστασης.
Ταυτόχρονα, είναι σαφές ότι τα δεδομένα έχουν αλλάξει άρδην σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, καθώς πλέον οι ιδιοκτήτες είναι πλέον πρόθυμοι να μειώσουν τις απαιτήσεις τους, αν αυτό σημαίνει ότι θα μπορούν να εισπράττουν το συμφωνημένο μίσθωμα. Στο πλαίσιο αυτό, εμφανίζονται αρκετά επιφυλακτικοί απέναντι σε κάθε ενδιαφερόμενο μισθωτή, έως ότου βεβαιωθούν ότι ο τελευταίος έχει τη δυνατότητα να είναι τακτικός στις πληρωμές του. Aλλωστε, τα παραδείγματα κακοπληρωτών στην αγορά ενοικίων είναι πολλαπλάσια του παρελθόντος, με αποτέλεσμα οι ιδιοκτήτες να ζημιώνονται διπλά, μια και η φορολογική τους επιβάρυνση από την κατοχή και την εκμετάλλευση του ακινήτου καθίσταται όλο και πιο επαχθής. Με βάση τα παραπάνω, οι φοιτητές έχουν ισχυρό διαπραγματευτικό έρεισμα, καθώς οι περισσότεροι ιδιοκτήτες προτιμούν να μισθώνουν τα ακίνητά τους σε αυτούς, διότι εξασφαλίζουν σταθερά έσοδα για τουλάχιστον τέσσερα χρόνια.
Hδη, πάντως, οι τιμές των ενοικίων εμφανίζουν σημαντική πτώση σε σχέση με πριν από ένα χρόνο, ιδίως στις περιοχές ζήτησης από τους φοιτητές, δηλαδή σε σημεία του κέντρου που προσφέρουν συγκοινωνιακές συνδέσεις και πρόσβαση προς τις πανεπιστημιακές σχολές. Τέτοιες περιοχές είναι το Παγκράτι, η Κυψέλη, οι Αμπελόκηποι, του Γκύζη, του Ζωγράφου, ενώ άλλα σημεία, όπως τα Πατήσια και ιδίως πέριξ της πλατείας Παντελεήμονος, αλλά και συνοικίες όπως η πλατεία Βικτωρίας δεν συγκαταλέγονται μεταξύ των επιλογών των φοιτητών, λόγω της σοβαρής υποβάθμισής τους και της υψηλής εγκληματικότητας.
Οι φοιτητές κατά κανόνα κινούνται σε παλαιότερης κατασκευής ακίνητα, λόγω χαμηλότερου κόστους ενοικίου με επιφάνεια από 60 έως 80 τ. μ., αν και εσχάτως, έδαφος κερδίζουν και οι γκαρσονιέρες. Σε κάθε περίπτωση, οι ενδιαφερόμενοι σπανίως είναι διατεθειμένοι να πληρώσουν περισσότερα από 500 ευρώ, ενώ ο μέσος όρος κινείται πέριξ των 400 ευρώ ή και ακόμα χαμηλότερα. Ταυτόχρονα, πλέον έχει εκλείψει πλήρως η τάση που ίσχυε μέχρι το 2008 και που ήθελε πολλές οικογένειες από την επαρχία να προχωρούν στην αγορά κατοικίας, αντί της ενοικίασης, ως μια μορφή επένδυσης, καθώς η εξασφάλιση τραπεζικής χρηματοδότησης ήταν εύκολη υπόθεση. Πλέον, βέβαια, κάτι τέτοιο δεν υφίσταται.
Παρ' όλα αυτά, η εύρεση του κατάλληλου ακινήτου μόνο εύκολη υπόθεση δεν είναι, καθώς οι φοιτητές έχουν να ανταγωνιστούν και πολλούς άλλους ενδιαφερομένους, που επιθυμούν την ενοικίαση αντί της αγοράς. Οι τελευταίοι κινούνται στην αγορά για την εύρεση φθηνότερης στέγης από αυτήν που νοικιάζουν σήμερα. Πρόκειται είτε για εργένηδες είτε για νεαρά ζευγάρια, που επιδιώκουν τη μετεγκατάστασή τους από κατοικίες μεγάλης επιφάνειας ή κατοικίες σε καλές περιοχές, σε άλλες μικρότερου μεγέθους ή σε άλλες περιοχές, με κύριο γνώμονα τη μείωση του κόστους. Εν ολίγοις, πολλοί περιορίζουν πλέον το βιοτικό τους επίπεδο λόγω της κρίσης, αναφέρουν μεσίτες.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ενδιαφερόμενοι καλό είναι να ακολουθούν κάποιους κανόνες που ισχύουν κατά τις ενοικιάσεις κατοικιών. Οι φοιτητές πρέπει να γνωρίζουν ότι τα σπίτια στο κέντρο των πόλεων είναι, κατά κανόνα, παλαιότερα και πιο ακριβά σε σχέση με αυτά που βρίσκονται εκτός κέντρου, εκτός από την περίπτωση των μεγαλουπόλεων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Σε ό, τι αφορά, τώρα, το καθεστώς που διέπει τις ενοικιάσεις, ο σύλλογος μεσιτών επισημαίνει ότι στις μισθώσεις κατοικιών, το ύψος του ενοικίου διαμορφώνεται ελεύθερα και δεσμεύει και τις δύο πλευρές.
Η μίσθωση κατοικίας ισχύει τουλάχιστον για τρία χρόνια, ακόμα κι αν έχει συμφωνηθεί μικρότερος ή αόριστος χρόνος. Αν ο συμβατικός χρόνος έχει καθοριστεί μικρότερος της τριετίας και δεν υπάρχει συμφωνία αναπροσαρμογής του μισθώματος, για τον υπόλοιπο χρόνο, το καταβαλλόμενο μίσθωμα αυξάνεται, ετησίως, κατά ποσοστό 75% του τιμαρίθμου του κόστους ζωής, που δίνει η Τράπεζα της Ελλάδος, για τους αμέσως προηγούμενους 12 μήνες. Η μίσθωση ορισμένου χρόνου λήγει μόλις περάσει το διάστημα αυτό, χωρίς να απαιτείται τίποτε άλλο.
Πηγή www.kathimerini.gr