Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

Εντονες πιέσεις σε ιδιοκτήτες επαγγελματικών ακινήτων.


Μετά την πτώση των ενοικίων καλούνται να πληρώσουν το ειδικό τέλος.
Σε ένα μακρύ, όπως αποδεικνύεται, κύκλο διόρθωσης έχει εισέλθει η αγορά επαγγελματικών ακινήτων, με το κύμα των μειώσεων ενοικίων να γίνεται όλο και πιο μεγάλο και να αφορά τόσο τους χώρους γραφείων όσο και τα εμπορικά καταστήματα, ακόμα και όσα βρίσκονται εντός κάποιου εμπορικού κέντρου. Οι επιχειρήσεις και οι καταστηματάρχες καλούνται να επιβιώσουν της ύφεσης, της οικονομικής αβεβαιότητας, της απειλής χρεοκοπίας της χώρας, των υψηλών φορολογικών εισφορών και της κατακόρυφης πτώσης της κατανάλωσης, με αποτέλεσμα η μείωση των λειτουργικών εξόδων, σημαντικό μέρος των οποίων προέρχεται από τη στέγαση, να καθίσταται επιτακτική.
Εν μέσω αυτής της κατάστασης, οι επιχειρήσεις έχουν υπέρ τους την τροπολογία της πρώην υπουργού Οικονομίας κ. Κατσέλη, χάρις στην οποία η αποχώρηση από ένα μισθωμένο ακίνητο έχει καταστεί ιδιαίτερα απλή, αδάπανη και σύντομη διαδικασία. Συγκεκριμένα, η εν λόγω τροπολογία επιτρέπει στους ενοικιαστές επαγγελματικών ακινήτων (γραφεία, καταστήματα, αποθήκες κ.τ.λ.) να προχωρούν σε καταγγελία της μισθωτήριας σύμβασης, ακόμα κι αν στα σχετικά συμβόλαια με τους ιδιοκτήτες έχουν συναινέσει στην παραίτηση από το σχετικό δικαίωμά τους και μάλιστα μόλις τρεις μήνες πριν από την προβλεπόμενη αποχώρησή τους από το ακίνητο (αντί για έξι που ίσχυε μέχρι πρότινος). Επίσης, η κάθε μισθωτήρια σύμβαση δύναται να λυθεί μόλις σε ένα χρόνο, αντί για δύο που ίσχυε μέχρι σήμερα. Η τροπολογία επέτρεψε την αποχώρηση του ενοικιαστή από κάποιο ακίνητο με το πέρας μόλις 12 μηνών από την έναρξη της ενοικίασης, καταβάλλοντας μόλις ένα ενοίκιο ως αποζημίωση στον ιδιοκτήτη, αντί για τέσσερα ενοίκια που προβλέπονταν στο παρελθόν.
Αποτέλεσμα της ρύθμισης αυτής είναι η σημαντική πτώση των ενοικίων, έπειτα από σχετικά αιτήματα των ενοικιαστών προς τους ιδιοκτήτες. Υπολογίζεται ότι από την έναρξη της οικονομικής κρίσης μέχρι σήμερα, οι τιμές έχουν μειωθεί από 25% έως και 50% ανάλογα με την περιοχή, τη θέση και το μέγεθος του κάθε ακινήτου. Οπως σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) στην ενδιάμεση έκθεσή της για τη νομισματική πολιτική, «η περιορισμένη ζήτηση από την πλευρά των επιχειρήσεων με παράλληλη στροφή προς φθηνότερη επαγγελματική στέγη, η επιφυλακτικότητα στην ανάπτυξη νέων επενδυτικών σχεδίων, η σημαντική προσφορά παλαιών κυρίως ακινήτων, η μείωση των τιμών και η στενότητα χρηματοδότησης είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της αγοράς επαγγελματικών ακινήτων (γραφεία, καταστήματα, βιομηχανικά κτίρια, αποθηκευτικοί χώροι κ.λπ.) τα τελευταία έτη. Καταγράφεται επίσης αύξηση των κενών εμπορικών καταστημάτων και γραφείων, υποχώρηση των ενοικίων και επαναδιαπραγμάτευση μισθωτηρίων συμβολαίων κυρίως στις δευτερεύουσες ή περιφερειακές αγορές».
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα σχετικής έρευνας της ΕΣΕΕ, από τον Αύγουστο του 2010 μέχρι και φέτος, τα λουκέτα στην αγορά έχουν αυξηθεί κατά 10%. Συγκεκριμένα, ενώ το καλοκαίρι του 2010 το 15% των καταγεγραμμένων επιχειρήσεων είχε κλείσει, το σχετικό ποσοστό αυξήθηκε σε 21% τον χειμώνα του 2011 και πλέον ανέρχεται σε 25%. Επιπλέον, με βάση τον δείκτη επιβίωσης εμπορίου, ο οποίος αφορά μόνο στους υπό εξέταση εμπορικούς δρόμους, από τις 324.000 εμπορικές επιχειρήσεις που λειτουργούσαν στις αρχές του 2009, τον Αύγουστο του 2011 επιβίωσαν οι 255.000 και έκλεισαν οι 69.000. Προβάλλοντας τον δείκτη επιβίωσης στον σημερινό αριθμό των εν λειτουργία επιχειρήσεων, διαπιστώνεται ότι αν δεν αλλάξει κάτι τον Αύγουστο του 2012, θα λειτουργούν 53.000 λιγότερες επιχειρήσεις. Θα έχουν γλιτώσει, επομένως, μόνο 202.000 καταστήματα.
Την κατάσταση δυσχέρανε ακόμη περισσότερο και το ειδικό τέλος ακινήτων, μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ. Σύμφωνα με στελέχη του ΣΕΛΠΕ, η έκτακτη φορολόγηση επί παντός ακινήτου θα ακυρώσει εμμέσως τον νόμο Κατσέλη που καθιστά πιο εύκολο για έναν έμπορο να σπάσει το συμβόλαιό του πριν από τη λήξη του και να επαναδιαπραγματευθεί το ενοίκιό του, καθώς εκτιμούν ότι αντιστάσεις των ιδιοκτητών θα ενταθούν εν όψει της νέας εισφοράς. Αντίστοιχα, μεγάλες εμπορικές αλυσίδες, των οποίων μεγάλο μέρος του δικτύου πωλήσεων είναι ιδιόκτητο, επιβαρύνθηκαν σημαντικά. Για παράδειγμα, το 60% του δικτύου καταστημάτων της αλυσίδας Jumbo, η οποία ελέγχει 45 καταστήματα μεγάλου εμβαδού (άνω των 2.000 τ.μ.) στην Ελλάδα, αφορά σε ιδιόκτητα ακίνητα. Αντίστοιχα, αλυσίδες λιανεμπορίου, όπως η Σκλαβενίτης και η Μασούτης, οι οποίες στεγάζουν σημαντικό αριθμό καταστημάτων σε ιδιόκτητα ακίνητα επιβαρύνθηκαν σημαντικά. Στον αντίποδα, στα ακίνητα των ΙΚΕΑ, των Carrefour και άλλων μεγάλων αλυσίδων, η εισφορά δεν επιβάρυνε τις εταιρείες που τα χρησιμοποιούν, αλλά τους ιδιοκτήτες των ακινήτων, εφόσον έχουν υπογράψει σχετικές συμβάσεις leasing ακινήτου.Πηγή
www.kathimerini.gr