
Σε πλήρη αντιδιαστολή με τα τεκταινόμενα στην αγορά κατοικίας της Μεγάλης Βρετανίας, όπου οι τιμές υποχωρούν επί σειρά μηνών, οι αξίες των πολυτελών κατοικιών του Λονδίνου συνεχίζουν να αυξάνονται, κάτι που επιβεβαιώθηκε για 10ο διαδοχικό μήνα τον Μάρτιο, σύμφωνα με σχετική έκθεση της Knight Frank. Οπως ανέφερε η εταιρεία, οι αξίες των ιδιαίτερα ακριβών αυτών ακινήτων (αξίας άνω των 2 εκατ. ευρώ) ενισχύθηκαν κατά 1,1% τον Μάρτιο και πλέον βρίσκονται 10,1% υψηλότερα από το προηγούμενο απόγειό τους, που είχε καταγραφεί τον Μάρτιο του 2008, πριν δηλαδή την έλευση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Κύριος λόγος της αυξητικής αυτής πορείας και της συνεχούς ζήτησης είναι το αγοραστικό ενδιαφέρον από το εξωτερικό. Πολλοί ξένοι επενδυτές θεωρούν σήμερα πως η απόκτηση ενός τέτοιου ακινήτου σε μία από τις κεντρικές συνοικίες της βρετανικής πρωτεύουσας θα τους «θωρακίσει» απέναντι στην κρίση χρέους της Ευρωζώνης και τους υπόλοιπους επενδυτικούς κινδύνους. Ετσι, οι αξίες των εν λόγω κατοικιών έχουν αυξηθεί σε ποσοστό 11,3% μόνο κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους, με σημείο αναφοράς τη συνοικία Κένζινγκτον και Τσέλσι, όπου για πρώτη φορά στα χρονικά η μέση ζητούμενη τιμή ξεπέρασε το όριο των 2 εκατ. στερλινών (περίπου 2,4 εκατ. ευρώ), όπως ανέφερε σε πρόσφατη έκθεσή της η Rightmove.
Πάντως, οι εν λόγω επενδυτές ενδεχομένως να βρεθούν ενώπιον των βρετανικών φορολογικών αρχών, καθώς το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει αυστηρούς ελέγχους σε τέτοιους είδους αγοραπωλησίες κατοικιών. Αιτία, η πάγια πρακτική των επενδυτών να αγοράζουν τα ακίνητα μέσω υπεράκτιων εταιρειών, προκειμένου να αποφύγουν την καταβολή του χαρτόσημου, που είναι και η μόνη σημαντική φορολογική επιβάρυνση που ισχύει στις μεταβιβάσεις ακινήτων της Μεγ. Βρετανίας. Το κόστος του χαρτοσήμου υπολογίζεται ότι ανέρχεται σε 5% της αξίας των ακινήτων, εφόσον αυτή ξεπερνά το 1 εκατ. στερλίνες (περίπου 1,2 εκατ. ευρώ). Πηγή www.kathimerini.gr