Την εικόνα ενός μεγάλου παζαριού μεταξύ ξένων υποψηφίων αγοραστών ακινήτων και Ελλήνων πωλητών, τόσο στην Αττική όσο και σε παραθεριστικές περιοχές ανά την επικράτεια, προσπαθούν να διαμορφώσουν κυβέρνηση αλλά και θεσμικοί φορείς αλλά η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Σήμερα στην αγορά η προσφορά έχει εντιναχθεί και οι περίφημοι ξένοι περιορίζονται σε λίγες εκατοντάδες.
Μια εκτίμηση «ανεβάζει» το ύψος των προς πώληση ακινήτων σε πάνω από 70.000, αν και είναι δύσκολο να εξακριβωθεί ο ακριβής αριθμός τους. Με τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των Ελλήνων λόγω της κρίσης να είναι τεράστια και τις φορολογικές και άλλες επιβαρύνσεις που έχουν επωμισθεί τα ακίνητα δυσβάσταχτες, ολοένα και περισσότεροι ιδιοκτήτες επιλέγουν να ρευστοποιήσουν μέρος της ακίνητης περιουσίας τους. Τόσο στα χαμηλα όσο και στα υψηλά εισοδήματα. «Ωστόσο, ο αριθμός των συμβολαίων που αφορούν σε πραγματικές πράξεις μεταξύ Ελλήνων και ξένων, εδώ και ένα χρόνο, βαίνει μειούμενος». Αυτό επισημαίνουν μεγάλοι συμβουλευτικοί οίκοι του ελληνικού real estate, οι οποίοι αποδίδουν το γεγονός τόσο στη γενικότερη οικονομική αβεβαιότητα όσο και στα πλείστα όσα γραφειοκρατικά και φορολογικά εμπόδια. Πρόσθετο αντικίνητρο τελευταία είναι και ο έντονος ανταγωνισμός από άλλες μεσογειακές χώρες και ειδικά στην Ισπανία και την Ιταλία και λιγότερο στην Τουρκία, καθώς η κρίση έχει οδηγήσει και εκεί τους υποψήφιους επενδυτές. Παράλληλα, στην Ελλάδα υπάρχει κι ένα άλλο πρόβλημα: όταν πρόκειται για ξένους ενδιαφερομένους, οι ιδιοκτήτες ζητούν πολλά. Οι ξένοι από την πλευρά τους δίνουν λίγα, φτάνοντας το discount ακόμα και στο 50% και κάπως έτσι η κίνηση παραμένει «παγωμένη».
Οι μεσίτες, πάντως, που έχουν εμπλακεί σε αυτήν την ιστορία διαχωρίζουν τους ξένους ενδιαφερομένους σε τρεις κατηγορίες. Η πρώτη αφορά αυτούς που επιθυμούν να διαθέσουν από 50.000 έως 150.000 ευρώ . Σε αυτήν την κατηγορία εντάσσονται κυρίως Ρώσοι, Γερμανοί, αλλά και Βρετανοί, με τους τελευταίους να εστιάζουν περισσότερο στα Επτάνησα και τους Γερμανούς στην Πελοπόννησο και κυρίως στη Λακωνία. Στο Πήλιο, όπου τα πωλητήρια ανέρχονται, σύμφωνα με τοπικές πηγές, σε πάνω από 5.000, εστιάζουν Γερμανοί και Ανατολικοευρωπαίοι. Σε αυτές τις περιοχές όμως γίνονται και πωλήσεις από ξένους που είχαν αποκτήσει παλαιότερα ακίνητα, κυρίως για λόγους που άπτονται της οικονομικής κρίσης και των πρόσθετων φορολογικών επιβαρύνσεων. Στη δεύτερη κατηγορία κατατάσσουν αυτούς που επιθυμούν να διαθέσουν από 150.000 έως 350.000 ευρώ και τους οποίους η αγορά χαρακτηρίζει «τους πλέον απαιτητικούς» και αυτούς που «χάνουμε» από τρίτες χώρες. Η κατηγορία αυτή έχει αυστηρά κριτήρια και εστιάζει την προσοχή της τόσο στα παραπάνω μέρη όσο και σε παράκτιες περιοχές της Αττικής και τις Κυκλάδες. . Η τρίτη κατηγορία αφορά τα πολύ υψηλά εισοδήματα, όλους εκείνους, δηλαδή, που είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν άνω των 350.000 για εξαιρετικά ακίνητα σε κορυφαίες τοποθεσίες της Ελλάδος. Ωστόσο, αυτή η κατηγορία βαίνει μειούμενη εξαιτίας της αλλαγής των τάσεων και της εμφάνισης ευκαιριών και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες της Μεσογείου. Τυπικά, στην κατηγορία αυτή συμπεριλαμβάνονται Ρώσοι και Αραβες, αλλά ένα μεγάλο μέρος της ζήτησης έχει ήδη μετουσιωθεί σε πράξεις τα προηγούμενα χρόνια, ειδικά προ της κρίσης.